Στην ευρύτερη περιοχή της σύγχρονης Κύμης, στο λόφο Βιγλατούρι Οξυλίθου, έχουν αποκαλυφθεί τα ερείπια της αρχαίας Κύμης, της πόλης που συνδέεται με τον ελληνικό αποικισμό του 8ου αι. π.Χ. στη Δύση και τη δημιουργία της ομώνυμης αποικίας στη Μεγάλη Ελλάδα. Η θέση, που διαθέτει εξαίρετη θέα στη θάλασσα, βρίσκεται δίπλα στον ποταμό Μανικιά (τον αρχαίο Αχελώο) και στο μέσο μιας εύφορης πεδιάδας, στοιχεία που προσήλκυσαν τους κατοίκους από την προϊστορική εποχή μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια.
Οι αρχαιότερες ενδείξεις κατοίκησης στην περιοχή χρονολογούνται στην Τελική Νεολιθική περίοδο και περιορίζονται μόνο σε θραύσματα κεραμικής. Η πρώτη διαπιστωμένη οικιστική φάση της Κύμης ανάγεται στη μεσοελλαδική εποχή (1900-1650 π.Χ.). Η ζωή στο λόφο συνεχίσθηκε και στη μυκηναϊκή περίοδο, όπως διαπιστώνεται από τα λιγοστά λείψανα κτηρ ίων και από τη σύγχρονη κεραμική.
Η περίοδος ακμής του οικισμού στο Βιγλατούρι συμπίπτει με τη γεωμετρική περίοδο. Λίγο χαμηλότερα από την κορυφή του λόφου, στη νοτιοδυτική πλευρά του, που είναι ευκολότερη στην πρόσβαση, εντοπίσθηκε ο γεωμετρικός οικισμός, ο οποίος πρέπει να ήταν τειχισμένος, σύμφωνα με κάποιες ενδείξεις που ακόμη δεν έχουν ερευνηθεί. Ο οικισμός, που χρησιμοποίησε τον παλαιότερο οικοδομικό ιστό και επικάθησε στα ερείπια των παλαιότερων φάσεων, διέθετε ιερό οίκο και τέμενος, σπίτια, πλατείες και δρόμους. Η Κύμη αυτής της εποχής πρέπει να ήταν σημαντική πόλη με επαφές σε όλο τον τότε γνωστό κόσμο λόγω της γεωγραφικής θέσης της Εύβοιας, η οποία αποτέλεσε γέφυρα στη διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων από το βορρά προς το νότο και από την ανατολή προς τη δύση. Την υπόθεση αυτή αποδεικνύει το πλήθος και η ποικιλία των ευρημάτων που έχει αποδώσει μέχρι τώρα ο οικισμός.
Αναφορά στην αρχαία Κύμη γίνεται τον 1ο αι. μ.Χ. από το Στράβωνα, ο οποίος γράφει ότι η ιταλική Κύμη, που βρίσκεται στον κόλπο της Νάπολι, είναι ευβοϊκή αποικία και μάλιστα των Χαλκιδαίων και των Κυμαίων («Κύμη Χαλκιδαίων και Κυμαίων παλαιότατον κτίσμα. Οι δε τον στόλον άγοντες Ιπποκλής ο Κυμαίος και Μεγασθένης ο Χαλκιδεύς διωμολογήσαντο προς σφας αυτούς, των μεν αποικίαν είναι, των δε την επωνυμίαν, όθεν μεν προσαγορεύεται Κύμη, κτίσαι δ' αυτήν Χαλκιδείς δοκούσι»). Όπως διαφαίνεται από το απόσπασμα αυτό, οι κάτοικοι των ευβοϊκών αυτών πόλεων ήταν που ξεκίνησαν κατά το τελευταίο τέταρτο του 8ου αι. π.Χ. την περιπέτεια του αποικισμού της Δύσης και κατάφεραν να ξεπεράσουν μέσω της θαλάσσιας οδού τα εμπόδια της κάλυψης μιας τεράστιας για την εποχή εκείνη απόστασης και τους κινδύνους ενός άγνωστου κόσμου.
Στην Ελλάδα η ύπαρξη της αρχαίας Κύμης αμφισβητήθηκε για περισσότερο από εκατό χρόνια. Η ανεπαρκής αναφορά στις αρχαίες πηγές, η άποψη ότι η αποικία στην Ιταλία ήταν αιολική και κυρίως η άγνοια για τη θέση της πόλης, αφού λείψανα της περιόδου των αποικισμών δεν είχαν βρεθεί, άφηναν ανοιχτό το πεδίο των συζητήσεων και των αμφιβολιών. Το κενό αυτό ήλθαν να καλύψουν οι ανασκαφικές έρευνες στο λόφο Βιγλατούρι, που ξεκίνησαν το 1984 από την αρχαιολόγο Έ. Σαπουνά-Σακελλαράκη και συνεχίσθηκαν για μία δεκαετία. Αμέσως μετά την ανασκαφική δραστηριότητα πραγματοποιήθηκε συντήρηση των τοίχων των κτηρίων.
|